Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δίκη
δικηφόρος
δικίδιον
δικλίς
δικογραφίᾱ
δικολογέω
δικολογίᾱ
δικολόγος
δικορραφέω
δικόρυφος
δικότυλος
δίκραιρος
δίκρᾱνος
δικρατής
δίκρος
δίκροτος
δίκρους
Δίκτυννα
δικτυόκλωστος
δίκτυον
δίκτυς
View word page
δι-κότυλος
δικότυλοςονadjκοτύλη of bowlsholding two cupfulsapprox. half a litrePlu.

ShortDef

with two rows of tentacula

Debugging

Headword:
δικότυλος
Headword (normalized):
δικότυλος
Headword (normalized/stripped):
δικοτυλος
IDX:
9466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9467
Key:
δικότυλος

Data

{'headword_display': '<b>δι-κότυλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δι<hyph/>κότυλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κοτύλη</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of bowls</Indic><Tr>holding two cupfuls<Expl>approx. half a litre</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δικότυλος'}