Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δικαιόπολις
δικαιοπρᾱγέω
δικαιοπρᾱ́γημα
δικαιοπρᾱγίᾱ
δίκαιος
δικαιοσύνη
δικαιότης
δικαιόω
δικαίωμα
δικαίωσις
δικαιωτήριον
δικαιωτής
δικᾱνικός
δικάσιμος
δικασπόλος
δικαστηρῑ́διον
δικαστήριον
δικαστής
δικαστικός
δικεῖν
δίκελλα
View word page
δικαιωτήριον
δικαιωτήριονουnδικαιωτής place of punishmentfor souls, in the underworldPl.pl.

ShortDef

a house of correction

Debugging

Headword:
δικαιωτήριον
Headword (normalized):
δικαιωτήριον
Headword (normalized/stripped):
δικαιωτηριον
IDX:
9444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9445
Key:
δικαιωτήριον

Data

{'headword_display': '<b>δικαιωτήριον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δικαιωτήριον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>δικαιωτής</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>place of punishment<Expl>for souls, in the underworld</Expl></Tr><Au>Pl.<LblR>pl.</LblR></Au></nS1></NE>', 'key': 'δικαιωτήριον'}