Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διέσσυτο
διετής
διετήσιος
διέτμαγεν
διευκρινέω
διευλαβέομαι
διευνάω
διευσχημονέω
διευτονέω
διευτυχέω
δίεφθος
διέφῡν
δίεχω
δίζημαι
δίζησις
δίζομαι
δίζυξ
δίζω
διηγέομαι
διήγημα
διηγηματικός
View word page
δί-εφθος
δί-εφθοςονadjἑφθός of meatwell-boiledPhilox.Leuc.

ShortDef

well-boiled

Debugging

Headword:
δίεφθος
Headword (normalized):
δίεφθος
Headword (normalized/stripped):
διεφθος
IDX:
9372
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9373
Key:
δίεφθος

Data

{'headword_display': '<b>δί-εφθος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δί-εφθος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἑφθός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of meat</Indic><Tr>well-boiled</Tr><Au>Philox.Leuc.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δίεφθος'}