Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δίεσις
διεσκεμμένως
διέσσυτο
διετής
διετήσιος
διέτμαγεν
διευκρινέω
διευλαβέομαι
διευνάω
διευσχημονέω
διευτονέω
διευτυχέω
δίεφθος
διέφῡν
δίεχω
δίζημαι
δίζησις
δίζομαι
δίζυξ
δίζω
διηγέομαι
View word page
δι-ευτονέω
διευτονέωcontr.vbεὔτονος of a sea currentmaintain a vigorous flowPlb.

ShortDef

make one's way through, win through

Debugging

Headword:
διευτονέω
Headword (normalized):
διευτονέω
Headword (normalized/stripped):
διευτονεω
IDX:
9370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9371
Key:
διευτονέω

Data

{'headword_display': '<b>δι-ευτονέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δι<hyph/>ευτονέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>εὔτονος</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Indic>of a sea current</Indic><Tr>maintain a vigorous flow</Tr><Au>Plb.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'διευτονέω'}