Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διεκθέω
διεκνέομαι
διεκπαίω
διεκπεραίνω
διεκπεράω
διεκπίπτω
διεκπλέω
διέκπλοος
διέκροος
διεκρύομαι
διεκσεύω
διεκφέρω
διεκφεύγω
διέλασις
διελαύνω
διελέγχω
διέλκω
δίεμαι
διέμενος
διεμπίπτω
διεμπολάω
View word page
διεκ-σεύω
διεκ-σεύωvb of a helmsmanmakew.acc.a shipspeed acrossthe seaAR.tm.

ShortDef

drive through

Debugging

Headword:
διεκσεύω
Headword (normalized):
διεκσεύω
Headword (normalized/stripped):
διεκσευω
IDX:
9305
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9306
Key:
διεκσεύω

Data

{'headword_display': '<b>διεκ-σεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>διεκ-σεύω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of a helmsman</Indic><Tr>make<Prnth><GLbl>w.acc.</GLbl>a ship</Prnth>speed across</Tr><Cmpl>the sea<Au>AR.<LblR>tm.</LblR></Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'διεκσεύω'}