Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διείρω
διείρω
διειρωνόξενος
διείς
διέκ
διεκβαίνω
διεκβάλλω
διεκβολή
διέκδυσις
διεκδύω
διεκθέω
διεκνέομαι
διεκπαίω
διεκπεραίνω
διεκπεράω
διεκπίπτω
διεκπλέω
διέκπλοος
διέκροος
διεκρύομαι
διεκσεύω
View word page
διεκ-θέω
διεκ-θέωcontr.vbθέω1 of fleeing troopsrun right througha body of troopsPlu.

ShortDef

to run through

Debugging

Headword:
διεκθέω
Headword (normalized):
διεκθέω
Headword (normalized/stripped):
διεκθεω
IDX:
9295
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9296
Key:
διεκθέω

Data

{'headword_display': '<b>διεκ-θέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>διεκ-θέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>θέω<Hm>1</Hm></Ref></Ety></vHG> <vS1> <Indic>of fleeing troops</Indic><Tr>run right through<Expl>a body of troops</Expl></Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'διεκθέω'}