Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διείρομαι
διειρύω
διείρω
διείρω
διειρωνόξενος
διείς
διέκ
διεκβαίνω
διεκβάλλω
διεκβολή
διέκδυσις
διεκδύω
διεκθέω
διεκνέομαι
διεκπαίω
διεκπεραίνω
διεκπεράω
διεκπίπτω
διεκπλέω
διέκπλοος
διέκροος
View word page
διέκδυσις
διέκδυσιςεωςfδιεκδύω meansway of escapePlu.

ShortDef

an evasion

Debugging

Headword:
διέκδυσις
Headword (normalized):
διέκδυσις
Headword (normalized/stripped):
διεκδυσις
IDX:
9293
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9294
Key:
διέκδυσις

Data

{'headword_display': '<b>διέκδυσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διέκδυσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>διεκδύω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>means<or/>way of escape</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διέκδυσις'}