Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διάχρῡσος
διάχυσις
διαχυτικός
διαχωρέω
διαχωρίζω
διαψαίρω
διαψέγω
διαψεύδω
διαψηφίζομαι
διαψήφισις
διαψηφισμός
διαψιθυρίζω
διαψῡ́χω
δίβᾱμος
διβολίᾱ
δίβολος
δίγαμος
δίγληνος
δίγλωσσος
δίγονος
δίδαγμα
View word page
διαψηφισμός
διαψηφισμόςοῦm holding of a ballotvoteon eligibility for citizenshipArist.

ShortDef

reckoning, assessment

Debugging

Headword:
διαψηφισμός
Headword (normalized):
διαψηφισμός
Headword (normalized/stripped):
διαψηφισμος
IDX:
9232
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9233
Key:
διαψηφισμός

Data

{'headword_display': '<b>διαψηφισμός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διαψηφισμός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Def>holding of a ballot</Def><Tr>vote<Expl>on eligibility for citizenship</Expl></Tr><Au>Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διαψηφισμός'}