Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διατροφή
διατροχάζω
διατρύγιος
διατρυφάω
διατρυφείς
διατρώγω
διαττάω
διᾴττω
διατύπωσις
διαυγάζω
διαυγέω
διαυγής
διαυλοδρόμᾱς
δίαυλος
διαυχένιος
διαφαγεῖν
διαφάδην
διαφαίνω
διαφάνεια
διαφανής
διαφαυλίζω
View word page
διαυγέω
διαυγέωcontr.vbδιαυγής of daybecome light, dawnPlu.

ShortDef

dawn

Debugging

Headword:
διαυγέω
Headword (normalized):
διαυγέω
Headword (normalized/stripped):
διαυγεω
IDX:
9159
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9160
Key:
διαυγέω

Data

{'headword_display': '<b>διαυγέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>διαυγέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>διαυγής</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Indic>of day</Indic><Tr>become light, dawn</Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'διαυγέω'}