Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διάτορος
διατραγεῖν
διατρέπω
διατρέφω
διατρέχω
διατρέω
διατριβή
διατριβικός
διατρῑ́βω
διατρῑπτικός
διάτριχα
διατροπή
διατροφή
διατροχάζω
διατρύγιος
διατρυφάω
διατρυφείς
διατρώγω
διαττάω
διᾴττω
διατύπωσις
View word page
διά-τριχα
διά-τριχαadvτρίχα1 into three separate partsref. to making a division or distributionhHom. Call. AR.

ShortDef

in three divisions, three ways

Debugging

Headword:
διάτριχα
Headword (normalized):
διάτριχα
Headword (normalized/stripped):
διατριχα
IDX:
9147
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9148
Key:
διάτριχα

Data

{'headword_display': '<b>διά-τριχα</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>διά-τριχα</HL><PS>adv</PS><Ety><Ref>τρίχα<Hm>1</Hm></Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>into three separate parts</Tr><ModVb>ref. to making a division or distribution<Au>hHom. Call. AR.</Au></ModVb></advS1></AdvE>', 'key': 'διάτριχα'}