Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διάτασις
διατάσσω
διαταφρεύω
διατεθρυμμένως
διατείνω
διατειχίζω
διατείχισμα
διατεκμαίρομαι
διατελευτάω
διατελέω
διατελής
διατέμνω
διατεταμένως
διατετραίνω
διατήκω
διατηρέω
διατίθημι
διατινάσσω
διατινθαλέος
διατμήγω
διατομή
View word page
διατελής
διατελήςέςadj of thundercontinuous, incessantS.of tyranniesuninterruptedPl.

ShortDef

continuous, incessant

Debugging

Headword:
διατελής
Headword (normalized):
διατελής
Headword (normalized/stripped):
διατελης
IDX:
9123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9124
Key:
διατελής

Data

{'headword_display': '<b>διατελής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>διατελής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of thunder</Indic><Tr>continuous, incessant</Tr><Au>S.</Au><aS2><Indic>of tyrannies</Indic><Tr>uninterrupted</Tr><Au>Pl.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'διατελής'}