Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διατανύω
διάταξις
διαταράσσω
διάτασις
διατάσσω
διαταφρεύω
διατεθρυμμένως
διατείνω
διατειχίζω
διατείχισμα
διατεκμαίρομαι
διατελευτάω
διατελέω
διατελής
διατέμνω
διατεταμένως
διατετραίνω
διατήκω
διατηρέω
διατίθημι
διατινάσσω
View word page
δια-τεκμαίρομαι
δια-τεκμαίρομαιmid.vb of the godsmark out, designatetasksw.dat.for humansHes. of personstrace, plota riveri.e. its courseAR.

ShortDef

to mark out

Debugging

Headword:
διατεκμαίρομαι
Headword (normalized):
διατεκμαίρομαι
Headword (normalized/stripped):
διατεκμαιρομαι
IDX:
9120
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9121
Key:
διατεκμαίρομαι

Data

{'headword_display': '<b>δια-τεκμαίρομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δια-τεκμαίρομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of the gods</Indic><Tr>mark out, designate</Tr><Obj>tasks<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>for humans</Expl><Au>Hes.</Au></Obj> </vS1> <vS1><Indic>of persons</Indic><Tr>trace, plot</Tr><Obj>a river<Expl>i.e. its course</Expl><Au>AR.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'διατεκμαίρομαι'}