Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διασέσηρα
διασεύομαι
διασημαίνω
διάσημος
Δῑάσια
διασίζω
διασιωπάω
διασκαίρω
διασκανδῑκίζω
διασκάπτω
διασκαρῑφάομαι
διασκεδάννῡμι
διασκέπτομαι
διασκευάζω
διασκευή
διασκευωρέομαι
διάσκεψις
διασκηνέω
διασκίδνημι
διασκιρτάω
διασκοπέω
View word page
δια-σκαρῑφάομαι
δια-σκαρῑφάομαιmid.contr.vbreltd.σκαρῑφησμοί app.scratch in outline or depict perfunctorilyfig.perh.dissipateone's successesopp. consolidating themIsoc.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διασκαρῑφάομαι
Headword (normalized):
διασκαρῑφάομαι
Headword (normalized/stripped):
διασκαριφαομαι
IDX:
9046
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9047
Key:
διασκαρῑφάομαι

Data

{'headword_display': '<b>δια-σκαρῑφάομαι</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>δια-σκαρῑφάομαι</HL><PS>mid.contr.vb</PS><Ety>reltd.<Ref>σκαρῑφησμοί</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Qualif>app.</Qualif><Def>scratch in outline or depict perfunctorily</Def><vS2><Indic>fig.</Indic><Qualif>perh.</Qualif><Tr>dissipate</Tr><Obj>one's successes<Expl>opp. consolidating them</Expl><Au>Isoc.</Au></Obj></vS2> </vS1> </VE>", 'key': 'διασκαρῑφάομαι'}