Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαπωλέω
διαπωτάομαι
διαράσσω
διαρήσσω
διαρθρόω
διάρθρωσις
διαριθμέω
διαρήσω
διαρκέω
διαρκής
δίαρμα
διαρμόζω
διαρόω
διαρπαγή
διαρπάζω
διαρραίνομαι
διαρραίω
διαρρέω
διαρρήγνῡμι
διαρρήδην
διάρρησις
View word page
δίαρμα
δίαρμαατοςnδιαίρω crossingof the seaPlb.

ShortDef

passage by sea

Debugging

Headword:
δίαρμα
Headword (normalized):
δίαρμα
Headword (normalized/stripped):
διαρμα
IDX:
9004
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-9005
Key:
δίαρμα

Data

{'headword_display': '<b>δίαρμα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δίαρμα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>διαίρω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>crossing<Expl>of the sea</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δίαρμα'}