Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διάπλοος
διαπλώω
διαπνέω
διαποθνῄσκω
διαποικίλλω
διαποίκιλος
διαπολεμέω
διαπολέμησις
διαπολιορκέω
διαπολῑτεύομαι
διαπομπή
διαπονέω
διαπονήματα
διάπονος
διαπόντιος
διαπορείᾱ
διαπορεύομαι
διαπορέω
διαπόρημα
διαπόρησις
διαπορθέω
View word page
διαπομπή
διαπομπήῆςfδιαπέμπω sending roundof envoys, w. πρός + acc.to citiesTh.

ShortDef

a sending to and fro, interchange of messages, negotiation

Debugging

Headword:
διαπομπή
Headword (normalized):
διαπομπή
Headword (normalized/stripped):
διαπομπη
IDX:
8954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8955
Key:
διαπομπή

Data

{'headword_display': '<b>διαπομπή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διαπομπή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>διαπέμπω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>sending round<Expl>of envoys, <GLbl>w. <Ref>πρός</Ref> + acc.</GLbl>to cities</Expl></Tr><Au>Th.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διαπομπή'}