Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διάνυσμα
διανύω
διαξαίνω
διαξιφίζομαι
διαπαιδαγωγέω
διαπαιδεύομαι
διαπαίζομαι
διαπαλαίω
διαπάλη
διαπάλλω
διαπαλῡ́νω
διαπαπταίνω
διαπαρθενεύομαι
διαπασσαλεύω
διαπάσσω
διαπατάω
διαπατέω
διαπαύματα
διαπαύομαι
διαπειλέω
διαπεινάω
View word page
δια-παλῡ́νω
δια-παλῡ́νωvb of a bouldershattersomeone's headE.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διαπαλῡ́νω
Headword (normalized):
διαπαλῡ́νω
Headword (normalized/stripped):
διαπαλυνω
IDX:
8900
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8901
Key:
διαπαλῡ́νω

Data

{'headword_display': '<b>δια-παλῡ́νω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>δια-παλῡ́νω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of a boulder</Indic><Tr>shatter</Tr><Obj>someone's head<Au>E.</Au></Obj> </vS1> </VE>", 'key': 'διαπαλῡ́νω'}