Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διανῑ́σομαι
διανίσταμαι
διανοέομαι
διανόημα
διανόησις
διανοητικός
διανοητός
διάνοια
διανοίγω
διανομεύς
διανομή
διανομοθετέω
διανταῖος
διαντλέω
διανυκτερεύω
διάνυσμα
διανύω
διαξαίνω
διαξιφίζομαι
διαπαιδαγωγέω
διαπαιδεύομαι
View word page
διανομή
διανομήῆςfδιανέμω distribution, allocationsts. w.gen.of thingsA.dub. Pl. X. Arist. Plu. divisionof persons, into groupsPl. Plu. math.divisionof a numberPl.management, controlw.gen.exercised by the mindPl.

ShortDef

a distribution

Debugging

Headword:
διανομή
Headword (normalized):
διανομή
Headword (normalized/stripped):
διανομη
IDX:
8885
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8886
Key:
διανομή

Data

{'headword_display': '<b>διανομή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διανομή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>διανέμω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>distribution, allocation<Expl>sts. <GLbl>w.gen.</GLbl>of things</Expl></Tr><Au>A.<LblR>dub.</LblR> Pl. X. Arist. Plu.</Au></nS1> <nS1><Tr>division<Expl>of persons, into groups</Expl></Tr><Au>Pl. Plu.</Au></nS1> <nS1><Indic>math.</Indic><Tr>division<Expl>of a number</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1><nS1><nS2><Tr>management, control<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>exercised by the mind</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'διανομή'}