Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαμῡθολογέω
διαμυλλαίνω
διαμφίδιος
διαμφισβητέω
διαμφισβήτησις
διαναγιγνώσκω
διαναγκάζω
διαναπαύω
διανάστασις
διαναυμαχέω
διανάω
διάνδιχα
διᾱνεκής
διανέμησις
διανεμητικός
διανέμω
διανεύω
διανέω
διάνημα
διανήχομαι
διανθίζομαι
View word page
δια-νάω
δια-νάωcontr.vb3sg.
διανάει
of groundexude waterPlu.

ShortDef

to flow through, percolate

Debugging

Headword:
διανάω
Headword (normalized):
διανάω
Headword (normalized/stripped):
διαναω
IDX:
8864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8865
Key:
διανάω

Data

{'headword_display': '<b>δια-νάω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δια-νάω</HL><PS>contr.vb</PS><FG><Tns><Lbl>3sg.</Lbl><Form>διανάει</Form></Tns></FG></vHG> <vS1> <Indic>of ground</Indic><Tr>exude water</Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'διανάω'}