Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαμασάομαι
διαμαστῑγόομαι
διαμαστροπεύω
διαμάττω
διαμαχετέος
διαμάχη
διαμάχομαι
διαμάω
διαμεθίημι
διαμείβω
διαμειδιάω
διάμειπτος
διαμειρακιεύομαι
διάμειψις
διαμελαίνω
διαμελετάω
διαμέλλησις
διαμέλλω
διαμέμνημαι
διαμέμφομαι
διαμένω
View word page
δια-μειδιάω
δια-μειδιάωcontr.vb smile broadlyPl. Plu.

ShortDef

smile

Debugging

Headword:
διαμειδιάω
Headword (normalized):
διαμειδιάω
Headword (normalized/stripped):
διαμειδιαω
IDX:
8820
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8821
Key:
διαμειδιάω

Data

{'headword_display': '<b>δια-μειδιάω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δια-μειδιάω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>smile broadly</Tr><Au>Pl. Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'διαμειδιάω'}