Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαλεπτολογέομαι
διάλευκος
διάληψις
διάλιθος
διαλλαγή
διάλλαγμα
διαλλακτής
διάλλαξις
διαλλάσσω
διάλλομαι
διαλογή
διαλογίζομαι
διαλογισμός
διάλογος
διαλοιδορέομαι
διαλῡμαίνομαι
διάλυσις
διαλύτης
διαλυτικός
διαλυτός
διαλύτρωσις
View word page
διαλογή
διαλογήῆςfδιαλέγω sorting outw.gen.of votes, emotional statesArist.

ShortDef

estimate, enumeration

Debugging

Headword:
διαλογή
Headword (normalized):
διαλογή
Headword (normalized/stripped):
διαλογη
IDX:
8788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8789
Key:
διαλογή

Data

{'headword_display': '<b>διαλογή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διαλογή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>διαλέγω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>sorting out<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of votes, emotional states</Expl></Tr><Au>Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διαλογή'}