Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαλείπω
διαλείφω
διαλείχω
διαλεκτικός
διάλεκτος
διάλεξις
διαλεπτολογέομαι
διάλευκος
διάληψις
διάλιθος
διαλλαγή
διάλλαγμα
διαλλακτής
διάλλαξις
διαλλάσσω
διάλλομαι
διαλογή
διαλογίζομαι
διαλογισμός
διάλογος
διαλοιδορέομαι
View word page
διαλλαγή
διαλλαγήῆςfδιαλλάσσω exchangew.gen. + dat.of goods, w. one anotherE.sg. and pl.change from hostility to friendshipreconciliation, settlement, peace terms Hdt. E. Ar. Att.orats. Pl.

ShortDef

interchange, exchange

Debugging

Headword:
διαλλαγή
Headword (normalized):
διαλλαγή
Headword (normalized/stripped):
διαλλαγη
IDX:
8782
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8783
Key:
διαλλαγή

Data

{'headword_display': '<b>διαλλαγή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διαλλαγή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>διαλλάσσω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>exchange<Expl><GLbl>w.gen. + dat.</GLbl>of goods, w. one another</Expl></Tr><Au>E.</Au></nS1><nS1><Indic>sg. and pl.</Indic><Def>change from hostility to friendship</Def><Tr>reconciliation, settlement, peace terms </Tr><Au>Hdt. E. Ar. Att.orats. Pl.<NBPlus/></Au></nS1></NE>', 'key': 'διαλλαγή'}