Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διάκρουσις
διακρούω
διάκτορος
διακυβερνάω
διακυβεύω
διακυκάω
διακύπτω
διακωδωνίζω
διακώλῡμα
διακώλῡσις
διακωλῡτής
διακωλῡτικός
διακωλῡ́ω
διακωμῳδέω
διαλαγχάνω
διαλᾱκέω
διαλακτίζω
διαλαλέω
διαλαμβάνω
διαλάμπω
διαλανθάνω
View word page
διακωλῡτής
διακωλῡτήςοῦIon.έωm obstructor, preventerw.gen.of sthg.Hdt. Pl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διακωλῡτής
Headword (normalized):
διακωλῡτής
Headword (normalized/stripped):
διακωλυτης
IDX:
8757
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8758
Key:
διακωλῡτής

Data

{'headword_display': '<b>διακωλῡτής</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διακωλῡτής</HL><Infl>οῦ<VInfl><Lbl>Ion.</Lbl><FmInfl>έω</FmInfl></VInfl></Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>obstructor, preventer<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of sthg.</Expl></Tr><Au>Hdt. Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διακωλῡτής'}