Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διακομιδή
διακομίζω
διακομπάζω
διακομπέω
διᾱκονέω
διᾱκόνημα
διᾱκόνησις
διᾱκονίᾱ
διᾱκονικός
διᾱ́κονος
διακοντίζομαι
διακοπή
διακόπτω
διακορεύω
διακορής
διακορκορυγέω
διάκορος
διᾱκόσιοι
διακοσμέω
διακόσμησις
διάκοσμος
View word page
δι-ακοντίζομαι
διακοντίζομαιmid.vb compete in throwing the javelinX.w.dat.w. someoneThphr.

ShortDef

to contend with others at throwing the javelin

Debugging

Headword:
διακοντίζομαι
Headword (normalized):
διακοντίζομαι
Headword (normalized/stripped):
διακοντιζομαι
IDX:
8723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8724
Key:
διακοντίζομαι

Data

{'headword_display': '<b>δι-ακοντίζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δι<hyph/>ακοντίζομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>compete in throwing the javelin</Tr><Au>X.</Au><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. someone<Au>Thphr.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'διακοντίζομαι'}