Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διακλύζω
διακναίω
διακολακεύομαι
διακολυμβάω
διακομιδή
διακομίζω
διακομπάζω
διακομπέω
διᾱκονέω
διᾱκόνημα
διᾱκόνησις
διᾱκονίᾱ
διᾱκονικός
διᾱ́κονος
διακοντίζομαι
διακοπή
διακόπτω
διακορεύω
διακορής
διακορκορυγέω
διάκορος
View word page
διᾱκόνησις
διᾱκόνησιςεωςfperformance of servicesattendancew.gen. + dat.of the Spartans on themselvesPl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διᾱκόνησις
Headword (normalized):
διᾱκόνησις
Headword (normalized/stripped):
διακονησις
IDX:
8719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8720
Key:
διᾱκόνησις

Data

{'headword_display': '<b>διᾱκόνησις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διᾱκόνησις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Def>performance of services</Def><nS2><Tr>attendance<Expl><GLbl>w.gen. + dat.</GLbl>of the Spartans on themselves</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'διᾱκόνησις'}