Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διακαίω
διακαλέομαι
διακαλύπτω
διακανάσσω
διακαρᾱδοκέω
διακαρτερέω
διακατελέγχομαι
διακατέχω
διακαυνιάζω
διακεάζω
διακεδάννῡμι
διάκειμαι
διακείρω
διακέκρᾱγα
διακέλευμα
διακελεύομαι
διακελευσμός
διάκενος
διακερματίζομαι
διακηρῡκεύομαι
διακηρύσσω
View word page
δια-κεδάννῡμι
διακεδάννῡμιvbonly ep.aor.tm.
διὰ ... ἐκέδασσα
of a wave, a stormbreak apart, shattera ship, its timbersAR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διακεδάννῡμι
Headword (normalized):
διακεδάννῡμι
Headword (normalized/stripped):
διακεδαννυμι
IDX:
8689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8690
Key:
διακεδάννῡμι

Data

{'headword_display': '<b>δια-κεδάννῡμι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δια<hyph/>κεδάννῡμι</HL><PS>vb</PS><FG><Tns><Lbl>only ep.aor.<Expl>tm.</Expl></Lbl><Form>διὰ ... ἐκέδασσα</Form></Tns></FG></vHG> <vS1> <Indic>of a wave, a storm</Indic><Tr>break apart, shatter</Tr><Obj>a ship, its timbers<Au>AR.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'διακεδάννῡμι'}