Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαιωρέομαι
διακαθαίρω
διακαθαρίζω
διακάθαρσις
διακάθημαι
διακαθίζω
διακαίω
διακαλέομαι
διακαλύπτω
διακανάσσω
διακαρᾱδοκέω
διακαρτερέω
διακατελέγχομαι
διακατέχω
διακαυνιάζω
διακεάζω
διακεδάννῡμι
διάκειμαι
διακείρω
διακέκρᾱγα
διακέλευμα
View word page
δια-καρᾱδοκέω
διακαρᾱδοκέωcontr.vb be patient throughoutawait the outcome ofa warPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διακαρᾱδοκέω
Headword (normalized):
διακαρᾱδοκέω
Headword (normalized/stripped):
διακαραδοκεω
IDX:
8683
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8684
Key:
διακαρᾱδοκέω

Data

{'headword_display': '<b>δια-καρᾱδοκέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δια<hyph/>καρᾱδοκέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Def>be patient throughout</Def><Tr>await the outcome of</Tr><Obj>a war<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'διακαρᾱδοκέω'}