Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
διαειδής
διαείδομαι
διαείδω
διαειμένος
διαειπέμεν
διαείσομαι
διαείσομαι
διαζευγμός
διαζεύγνῡμι
διάζευξις
διαζῆν
διαζητέω
διαζωγραφέω
διάζωμα
διαζώννῡμι
διαζώω
διάημι
διαθεᾱ́ομαι
διαθειόω
διαθερμαίνω
διάθερμος
View word page
διαζῆν
διαζῆν
Att.inf.
διαζήσω
Att.fut.
see
διαζώω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
διαζῆν
Headword (normalized):
διαζῆν
Headword (normalized/stripped):
διαζην
IDX:
8625
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8626
Key:
διαζῆν
Data
{'headword_display': '<b>διαζῆν</b>', 'content': '<XE><RefFm>διαζῆν<LblR>Att.inf.</LblR></RefFm><RefFm>διαζήσω<LblR>Att.fut.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>διαζώω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'διαζῆν'}