Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διάδυσις
διᾴδω
διαδωρέομαι
διαειδής
διαείδομαι
διαείδω
διαειμένος
διαειπέμεν
διαείσομαι
διαείσομαι
διαζευγμός
διαζεύγνῡμι
διάζευξις
διαζῆν
διαζητέω
διαζωγραφέω
διάζωμα
διαζώννῡμι
διαζώω
διάημι
διαθεᾱ́ομαι
View word page
διαζευγμός
διαζευγμόςοῦmδιαζεύγνῡμι separationof armies, fr. each otherPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διαζευγμός
Headword (normalized):
διαζευγμός
Headword (normalized/stripped):
διαζευγμος
IDX:
8622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8623
Key:
διαζευγμός

Data

{'headword_display': '<b>διαζευγμός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διαζευγμός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>διαζεύγνῡμι</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>separation<Expl>of armies, fr. each other</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διαζευγμός'}