Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
διαδράσσομαι
διαδρομή
διάδρομος
διαδύομαι
διάδυσις
διᾴδω
διαδωρέομαι
διαειδής
διαείδομαι
διαείδω
διαειμένος
διαειπέμεν
διαείσομαι
διαείσομαι
διαζευγμός
διαζεύγνῡμι
διάζευξις
διαζῆν
διαζητέω
διαζωγραφέω
διάζωμα
View word page
διαειμένος
διαειμένος
ep.pf.mid.pass.ptcpl.
see
διίημι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
διαειμένος
Headword (normalized):
διαειμένος
Headword (normalized/stripped):
διαειμενος
IDX:
8618
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8619
Key:
διαειμένος
Data
{'headword_display': '<b>διαειμένος</b>', 'content': '<XE><RefFm>διαειμένος<LblR>ep.pf.mid.pass.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>διίημι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'διαειμένος'}