Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαδοτέος
διαδοχή
διάδοχος
διαδραμεῖν
διαδρᾱ́ς
διαδρᾱσιπολῑ́της
διαδράσσομαι
διαδρομή
διάδρομος
διαδύομαι
διάδυσις
διᾴδω
διαδωρέομαι
διαειδής
διαείδομαι
διαείδω
διαειμένος
διαειπέμεν
διαείσομαι
διαείσομαι
διαζευγμός
View word page
διάδυσις
διάδυσιςεωςf leg.evasion of punishmentw.gen.by criminalsD.for crimesD.evasive strategyof a defendantPlu.

ShortDef

a passage through

Debugging

Headword:
διάδυσις
Headword (normalized):
διάδυσις
Headword (normalized/stripped):
διαδυσις
IDX:
8612
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8613
Key:
διάδυσις

Data

{'headword_display': '<b>διάδυσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>διάδυσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Indic>leg.</Indic><Tr>evasion of punishment<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>by criminals</Expl></Tr><Au>D.</Au><nS2><Indic>for crimes</Indic><Au>D.</Au></nS2></nS1><nS1><Tr>evasive strategy<Expl>of a defendant</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'διάδυσις'}