Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαγρυπνέω
διάγω
διαγωγή
διαγώγιον
διαγωνιάω
διαγωνίζομαι
διαγωνοθετέω
διαδάκνω
διαδάπτω
διαδατέομαι
διαδέδρᾱκα
διαδείκνῡμι
διαδέκομαι
διαδέκτωρ
διαδέξιος
διαδέρκομαι
διαδέχομαι
διαδέω
διαδηλέομαι
διάδηλος
διαδηλόω
View word page
διαδέδρᾱκα
διαδέδρᾱκαpf.seeδιαδιδρᾱ́σκω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διαδέδρᾱκα
Headword (normalized):
διαδέδρᾱκα
Headword (normalized/stripped):
διαδεδρακα
IDX:
8578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8579
Key:
διαδέδρᾱκα

Data

{'headword_display': '<b>διαδέδρᾱκα</b>', 'content': '<XE><RefFm>διαδέδρᾱκα<LblR>pf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>διαδιδρᾱ́σκω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'διαδέδρᾱκα'}