Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

διαγλαύσσω
διαγλάφω
διαγνώμη
διαγνώμων
διάγνωσις
διαγογγύζω
διαγορεύω
διάγραμμα
διαγραφή
διαγράφω
διαγρηγορέω
διαγριαίνω
διαγρυπνέω
διάγω
διαγωγή
διαγώγιον
διαγωνιάω
διαγωνίζομαι
διαγωνοθετέω
διαδάκνω
διαδάπτω
View word page
δια-γρηγορέω
διαγρηγορέωcontr.vb bebecome fully awakeNT.

ShortDef

start into full wakefulness

Debugging

Headword:
διαγρηγορέω
Headword (normalized):
διαγρηγορέω
Headword (normalized/stripped):
διαγρηγορεω
IDX:
8566
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8567
Key:
διαγρηγορέω

Data

{'headword_display': '<b>δια-γρηγορέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δια<hyph/>γρηγορέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>be<or/>become fully awake</Tr><Au>NT.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'διαγρηγορέω'}