Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δημοσιεύω
δημόσιος
δημοσιόω
δημοτελής
δημότερος
δημοτεύομαι
δημότης
δημοτικός
δημοῦχος
δημοφάγος
δημοχαριστής
δημώδης
δημωφελής
δήν
δηναιός
δηνᾱ́ριον
δήνεα
δηξίθῡμος
δῆξις
δήξομαι
δῇος
View word page
δημο-χαριστής
δημοχαριστήςοῦmχαρίζομαι pejor.people-flattererE.

ShortDef

a mob-courtier

Debugging

Headword:
δημοχαριστής
Headword (normalized):
δημοχαριστής
Headword (normalized/stripped):
δημοχαριστης
IDX:
8492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8493
Key:
δημοχαριστής

Data

{'headword_display': '<b>δημο-χαριστής</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δημο<hyph/>χαριστής</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>χαρίζομαι</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>pejor.</Indic><Tr>people-flatterer</Tr><Au>E.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δημοχαριστής'}