Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δημοσίᾳ
δημοσιεύω
δημόσιος
δημοσιόω
δημοτελής
δημότερος
δημοτεύομαι
δημότης
δημοτικός
δημοῦχος
δημοφάγος
δημοχαριστής
δημώδης
δημωφελής
δήν
δηναιός
δηνᾱ́ριον
δήνεα
δηξίθῡμος
δῆξις
δήξομαι
View word page
δημο-φάγος
δημοφάγοςονadjφαγεῖν fig., of a tyrantfeeding on the peopleThgn.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δημοφάγος
Headword (normalized):
δημοφάγος
Headword (normalized/stripped):
δημοφαγος
IDX:
8491
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8492
Key:
δημοφάγος

Data

{'headword_display': '<b>δημο-φάγος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δημο<hyph/>φάγος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φαγεῖν</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>fig., of a tyrant</Indic><Tr>feeding on the people</Tr><Au>Thgn.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δημοφάγος'}