Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δημοκοπίᾱ
δημοκοπικός
δημόκραντος
δημοκρατέομαι
δημοκρατίᾱ
δημοκρατικός
Δημόκριτος
δημόλευστος
δημολογικός
δημόομαι
δημοπίθηκος
δημοποίητος
δημόπρᾱκτος
δημορριφής
δημός
δῆμος
Δημοσθένης
δημοσίᾳ
δημοσιεύω
δημόσιος
δημοσιόω
View word page
δημο-πίθηκος
δημοπίθηκοςουm ref. to a politicianjackanapes of the peopleAr.

ShortDef

a mob-monkey, charlatan

Debugging

Headword:
δημοπίθηκος
Headword (normalized):
δημοπίθηκος
Headword (normalized/stripped):
δημοπιθηκος
IDX:
8474
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8475
Key:
δημοπίθηκος

Data

{'headword_display': '<b>δημο-πίθηκος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δημο<hyph/>πίθηκος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Indic>ref. to a politician</Indic><Tr>jackanapes of the people</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δημοπίθηκος'}