Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δέσμιος
δεσμός
δεσμοφύλαξ
δεσμώματα
δεσμωτήριον
δεσμώτης
δεσπόζω
δέσποινα
δεσπόσιος
δεσποστός
δεσποσύνη
δεσπόσυνος
δεσποτείᾱ
δεσποτέω
δεσπότης
δεσποτικός
δεσπότις
δεσποτίσκος
δεταί
δεύομαι
δεῦρο
View word page
δεσποσύνη
δεσποσύνηηςf despotismHdt.

ShortDef

absolute rule, despotism

Debugging

Headword:
δεσποσύνη
Headword (normalized):
δεσποσύνη
Headword (normalized/stripped):
δεσποσυνη
IDX:
8366
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8367
Key:
δεσποσύνη

Data

{'headword_display': '<b>δεσποσύνη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δεσποσύνη</HL><Infl>ης</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>despotism</Tr><Au>Hdt.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δεσποσύνη'}