Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀριστόκαρπος
ἀριστοκρατέομαι
ἀριστοκρατίᾱ
ἀριστοκρατικός
ἀριστόμαντις
ἀριστομάχος
ᾱ̓́ριστον
ἀριστοπάτρᾱ
ᾱ̓ριστοποιέομαι
ἀριστοπόνος
ἀριστόποσις
ἄριστος
Ἀριστοτέλης
ἀριστοτέχνᾱς
ἀριστότοκος
Ἀριστοφάνης
ἀριστόχειρ
ἀρισφαλής
ἀριφραδής
Ἀρκάς
ἄρκεσις
View word page
ἀριστό-ποσις
ἀριστόποσιςιοςdial.fem.adjπόσις1 of Herawith the noblest husbandPi.fr.

ShortDef

with the noblest of husbands, most nobly wed

Debugging

Headword:
ἀριστόποσις
Headword (normalized):
ἀριστόποσις
Headword (normalized/stripped):
αριστοποσις
IDX:
835
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-836
Key:
ἀριστόποσις

Data

{'headword_display': '<b>ἀριστό-ποσις</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀριστό<hyph/>ποσις</HL><Infl>ιος</Infl><PS>dial.fem.adj</PS><Ety><Ref>πόσις<Hm>1</Hm></Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Hera</Indic><Tr>with the noblest husband</Tr><Au>Pi.<Wk>fr.</Wk></Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀριστόποσις'}