Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δενδροκόμος
δενδροκοπέω
δένδρον
δενδροπήμων
δενδροτομέω
δενδροφόρος
δενδροφυής
δενδρόφυτος
δενδρῶτις
δεννάζω
δέννος
δεξαμενή
δεξιᾱ́
δεξίμηλος
δεξιόγυιος
δεξιολάβος
δεξιόομαι
δεξιός
δεξιόσειρος
δεξιότης
δεξίπυρος
View word page
δέννος
δέννοςουm insult, abuseArchil. Hdt.

ShortDef

a reproach, disgrace

Debugging

Headword:
δέννος
Headword (normalized):
δέννος
Headword (normalized/stripped):
δεννος
IDX:
8311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8312
Key:
δέννος

Data

{'headword_display': '<b>δέννος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δέννος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>insult, abuse</Tr><Au>Archil. Hdt.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δέννος'}