Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δειπνοφορίᾱ
δειπνοφόρος
δειρᾱ́
δειράς
δειροτομέω
δείρω
δείς
δεῖσα
δεισήνωρ
δεισιδαιμονέω
δεισιδαιμονίᾱ
δεισιδαίμων
δέκα
δεκαβᾱ́μων
δεκάβοιον
δεκαδαρχίᾱ
δεκάδαρχος
δεκαδεύς
δεκαδιστής
δεκαδύο
δεκάδωρος
View word page
δεισιδαιμονίᾱ
δεισιδαιμονίᾱᾱςf superstitionPlb. Plu.in neutral sensereligious observancePlb. NT.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δεισιδαιμονίᾱ
Headword (normalized):
δεισιδαιμονίᾱ
Headword (normalized/stripped):
δεισιδαιμονια
IDX:
8208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8209
Key:
δεισιδαιμονίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>δεισιδαιμονίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δεισιδαιμονίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>superstition</Tr><Au>Plb. Plu.</Au></nS1><nS1><Indic>in neutral sense</Indic><Tr>religious observance</Tr><Au>Plb. NT.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δεισιδαιμονίᾱ'}