Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δεῖξις
δείους
δειπνέω
δείπνηστος
δειπνητήριον
δειπνητής
δειπνητικῶς
δειπνίζω
δειπνολόχος
δεῖπνον
δειπνοποιέω
δειπνοφορίᾱ
δειπνοφόρος
δειρᾱ́
δειράς
δειροτομέω
δείρω
δείς
δεῖσα
δεισήνωρ
δεισιδαιμονέω
View word page
δειπνοποιέω
δειπνοποιέωcontr.vb prepare dinnerX. mid.dineTh. X. D. Plb. Plu.

ShortDef

to give a dinner

Debugging

Headword:
δειπνοποιέω
Headword (normalized):
δειπνοποιέω
Headword (normalized/stripped):
δειπνοποιεω
IDX:
8197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8198
Key:
δειπνοποιέω

Data

{'headword_display': '<b>δειπνοποιέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δειπνοποιέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>prepare dinner</Tr><Au>X.</Au> </vS1> <vS1><vSGrm><GLbl>mid.</GLbl><Tr>dine</Tr><Au>Th. X. D. Plb. Plu.</Au></vSGrm> </vS1> </VE>', 'key': 'δειπνοποιέω'}