Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δεῖμα
δειμαίνω
δειμαλέος
δειματόω
δείμομεν
Δειμός
δεῖν
δεῖν
δεῖνα
Δείναρχος
δεινοθέτᾱς
δεινολογέομαι
δεινολογίᾱ
δεινοπαθέω
δεινόπους
δεινός
δεῖνος
δεινότης
δεινόω
δεινωπός
δείνωσις
View word page
δεινο-θέτᾱς
δεινοθέτᾱςdial.mδεινόςτίθημι mischief-makerref. to ErosMosch.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δεινοθέτᾱς
Headword (normalized):
δεινοθέτᾱς
Headword (normalized/stripped):
δεινοθετας
IDX:
8176
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8177
Key:
δεινοθέτᾱς

Data

{'headword_display': '<b>δεινο-θέτᾱς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δεινο<hyph/>θέτᾱς</HL><Infl>ᾱ</Infl><PS>dial.m</PS><Ety><Ref>δεινός</Ref><Ref>τίθημι</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>mischief-maker<Expl>ref. to Eros</Expl></Tr><Au>Mosch.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δεινοθέτᾱς'}