Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
δειλιάω
δειλινός
δείλομαι
δειλόομαι
δειλός
δεῖμα
δεῖμα
δειμαίνω
δειμαλέος
δειματόω
δείμομεν
Δειμός
δεῖν
δεῖν
δεῖνα
Δείναρχος
δεινοθέτᾱς
δεινολογέομαι
δεινολογίᾱ
δεινοπαθέω
δεινόπους
View word page
δείμομεν
δείμομεν
ep.1pl.aor.subj.
see
δέμω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δείμομεν
Headword (normalized):
δείμομεν
Headword (normalized/stripped):
δειμομεν
IDX:
8170
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8171
Key:
δείμομεν
Data
{'headword_display': '<b>δείμομεν</b>', 'content': '<XE><RefFm>δείμομεν<LblR>ep.1pl.aor.subj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>δέμω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'δείμομεν'}