Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δεικτηριάς
δεικτικός
δείλᾱ
δειλαίνω
δείλαιος
δειλακρίων
δείλακρος
δείλατα
δείλη
δειλίᾱ
δειλίᾱσις
δειλιάω
δειλινός
δείλομαι
δειλόομαι
δειλός
δεῖμα
δεῖμα
δειμαίνω
δειμαλέος
δειματόω
View word page
δειλίᾱσις
δειλίᾱσιςεωςfδειλιάω timidityPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δειλίᾱσις
Headword (normalized):
δειλίᾱσις
Headword (normalized/stripped):
δειλιασις
IDX:
8159
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8160
Key:
δειλίᾱσις

Data

{'headword_display': '<b>δειλίᾱσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δειλίᾱσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>δειλιάω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>timidity</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δειλίᾱσις'}