Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀρίθμιος
ἀριθμός
Ἀριμασποί
Ἄριοι
ἀριπρεπής
ἀρίσημος
ἀρισθάρματος
ἀρισκῡδής
Ἀρισταῖος
ἀρισταλκής
ἀρίσταρχος
ᾱ̓ριστάω
ἀριστείᾱ
ἀριστεῖον
ἀριστερός
ἀριστεύς
ἀριστεύω
ἀριστήιον
ᾱ̓ριστίζω
ἀριστίνδην
ἀριστοβούλη
View word page
ἀρίστ-αρχος
ἀρίσταρχοςονadjἄρχω epith. of Zeusbest-rulingSimon. B.

ShortDef

Aristarchus
best-ruling

Debugging

Headword:
ἀρίσταρχος
Headword (normalized):
ἀρίσταρχος
Headword (normalized/stripped):
αρισταρχος
IDX:
813
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-814
Key:
ἀρίσταρχος

Data

{'headword_display': '<b>ἀρίστ-αρχος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀρίστ<hyph/>αρχος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἄρχω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>epith. of Zeus</Indic><Tr>best-ruling</Tr><Au>Simon. B.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀρίσταρχος'}