Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δέδῡκα
δέελος
δέη
δέημα
δέησις
δεήσω
δεητικός
δεθήσομαι
δεῖ
δεῖγμα
δειγματίζω
δειδήμων
δειδίσκομαι
δειδίσσομαι
δείδω
δειελιάω
δειελινός
δείελος
δεικανάω
δεικηλίκτᾱς
δείκηλον
View word page
δειγματίζω
δειγματίζωvb put on public showmake an example ofa personNT.

ShortDef

to make a show of

Debugging

Headword:
δειγματίζω
Headword (normalized):
δειγματίζω
Headword (normalized/stripped):
δειγματιζω
IDX:
8137
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8138
Key:
δειγματίζω

Data

{'headword_display': '<b>δειγματίζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>δειγματίζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Def>put on public show</Def><Tr>make an example of</Tr><Obj>a person<Au>NT.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'δειγματίζω'}