Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δέδογμαι
δέδοικα
δεδόκημαι
δεδοκημένος
δέδορκα
δεδραγμένος
δέδρᾱκα
δέδῡκα
δέελος
δέη
δέημα
δέησις
δεήσω
δεητικός
δεθήσομαι
δεῖ
δεῖγμα
δειγματίζω
δειδήμων
δειδίσκομαι
δειδίσσομαι
View word page
δέημα
δέημαατοςnδέω2 that which is asked forrequestAr.

ShortDef

an entreaty

Debugging

Headword:
δέημα
Headword (normalized):
δέημα
Headword (normalized/stripped):
δεημα
IDX:
8130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8131
Key:
δέημα

Data

{'headword_display': '<b>δέημα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δέημα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>δέω<Hm>2</Hm></Ref></Ety></HG> <nS1><Def>that which is asked for</Def><Tr>request</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δέημα'}