Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δεδμήσομαι
δέδογμαι
δέδοικα
δεδόκημαι
δεδοκημένος
δέδορκα
δεδραγμένος
δέδρᾱκα
δέδῡκα
δέελος
δέη
δέημα
δέησις
δεήσω
δεητικός
δεθήσομαι
δεῖ
δεῖγμα
δειγματίζω
δειδήμων
δειδίσκομαι
View word page
δέη
δέηneut.acc.pl.seeδέος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δέη
Headword (normalized):
δέη
Headword (normalized/stripped):
δεη
IDX:
8129
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8130
Key:
δέη

Data

{'headword_display': '<b>δέη</b>', 'content': '<XE><RefFm>δέη<LblR>neut.acc.pl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>δέος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'δέη'}