Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δέδμᾱνται
δέδμημαι
δέδμημαι
δεδμήσομαι
δέδογμαι
δέδοικα
δεδόκημαι
δεδοκημένος
δέδορκα
δεδραγμένος
δέδρᾱκα
δέδῡκα
δέελος
δέη
δέημα
δέησις
δεήσω
δεητικός
δεθήσομαι
δεῖ
δεῖγμα
View word page
δέδρᾱκα
δέδρᾱκαpf.seeδράω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δέδρᾱκα
Headword (normalized):
δέδρᾱκα
Headword (normalized/stripped):
δεδρακα
IDX:
8126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8127
Key:
δέδρᾱκα

Data

{'headword_display': '<b>δέδρᾱκα</b>', 'content': '<XE><RefFm>δέδρᾱκα<LblR>pf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>δράω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'δέδρᾱκα'}