Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δέδαε
δεδαίαται
δέδαρμαι
δέδασται
δεδαυμένος
δεδαώς
δέδεγμαι
δεδέηκα
δέδειχα
δέδεκα
δέδεμαι
δέδεξο
δέδηγμαι
δέδηε
δεδήσομαι
δέδια
δεδίδαχα
δεδίσκομαι
δεδισκόμενος
δεδίωγμαι
δεδιώς
View word page
δέδεμαι
δέδεμαιpf.pass.seeδέω1

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δέδεμαι
Headword (normalized):
δέδεμαι
Headword (normalized/stripped):
δεδεμαι
IDX:
8105
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8106
Key:
δέδεμαι

Data

{'headword_display': '<b>δέδεμαι</b>', 'content': '<XE><RefFm>δέδεμαι<LblR>pf.pass.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>δέω<Hm>1</Hm></Ref></XR> </XE>', 'key': 'δέδεμαι'}