Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
δαῶμεν
δέ
δέατο
δέγμενος
δεδάασθαι
δεδαγμένος
δέδαε
δεδαίαται
δέδαρμαι
δέδασται
δεδαυμένος
δεδαώς
δέδεγμαι
δεδέηκα
δέδειχα
δέδεκα
δέδεμαι
δέδεξο
δέδηγμαι
δέδηε
δεδήσομαι
View word page
δεδαυμένος
δεδαυμένος
pf.pass.ptcpl.
see
δαίω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δεδαυμένος
Headword (normalized):
δεδαυμένος
Headword (normalized/stripped):
δεδαυμενος
IDX:
8099
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8100
Key:
δεδαυμένος
Data
{'headword_display': '<b>δεδαυμένος</b>', 'content': '<XE><RefFm>δεδαυμένος<LblR>pf.pass.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>δαίω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'δεδαυμένος'}